ἐπικέντρων

ἐπικέντρων
ἐπίκεντρος
occupying a cardinal point
masc/fem/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • περιειρηνικός — ή, ό, Ν φρ. «περιειρηνική ζώνη» ζώνη σεισμικών επικέντρων που περιβάλλει τον Ειρηνικό Ωκεανό, η οποία συνδέεται σε όλη της την έκταση με ηφαίστεια και αποτελεί την πηγή τών 90% τών σεισμών μικρού βάθους και ουσιαστικά όλων τών σεισμών μεγάλου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”